Θεωρείται το κορυφαίο έργο του
Πορτογάλου και πρόκειται για ένα βιβλίο με τη μορφή ημερολογίου (με μια
πιο ευρεία όμως έννοια), που γράφτηκε κάπου μεταξύ του 1913 - 1935. Δεν θα
δούμε να ακολουθούνται ημερομηνίες και γεγονότα, παρά μόνο να περιγράφονται συναισθήματα , σκέψεις, αισθήσεις, στοχασμούς και ανησυχίες.
Θεωρώ πως είναι ένα βιβλίο που «παίζει» ανάμεσα στην αυτοβιογραφία, τη λογοτεχνία
και τη φιλοσοφία . Η εσωτερική
αναζήτηση είναι το παν για το συγγραφέα. Αναζητά το νόημα της ζωής , τόσο της
δικής του όσο και γενικότερα. Το ύφος του είναι μελαγχολικό, η γραφή
συμπυκνωμένη και δύσκολη, που ορισμένες φορές ίσως χρειαστεί 2η ή
και 3η ανάγνωση. Κάθε ανάγνωση όμως θα σου βγάλει και κάτι άλλο.
Ομολογώ πως πρώτη φορά διάβασα ένα κείμενο που να μπορεί να
με ταξιδέψει , όχι στον κόσμο , αλλά στο
εσωτερικό κόσμο ενός ανθρώπου και να μπορέσω μάλιστα να τον νιώσω , να μπω για
λίγο στη θέση του , να μου δημιουργηθούν προβληματισμοί καινούριοι και να οδηγηθώ σε συμπεράσματα που δεν είχα σκεφτεί . Η μεταφορά μας στην εποχή εκείνη είναι μαγική
μιας και η χρήση εδώ του word
– painting δίνει χρώμα και ζωή
σε κάθε εικόνα του κειμένου.
Ο ήρωας – συγγραφέας μας παρουσιάζεται κλειστός, εσωτερικός,
μοναχικός, μελαγχολικός, απομονωμένος , χωρίς φίλους. Όλα σου βγαίνουν από τις λέξεις που
χρησιμοποιεί. Θα συναντήσεις συχνά το : τίποτα, κανένας, μόνος, πλήττω,
αισθάνομαι, βλέπω, σκέφτομαι , κοιμάμαι, όνειρο , ανησυχία. Άλλωστε , η τελευταία φράση του βιβλίου τα λέει όλα : « Η
μητέρα μου πέθανε πάρα πολύ νωρίς και δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω…» .
Δε θα ΄λεγα ότι διαβάζεται αυτό το βιβλίο, πιο σωστά θα
΄λεγα το καταβροχθίζεται, σε σημείο να υπάρχουν ολόκληρα κομμάτια που αποτυπώθηκαν
αυτόματα στη μνήμη μου .
Φυσικά και δεν το
προτείνω για την παραλία.
Φυσικά και προτείνω σε όλους να το διαβάσουν.
Σία Χαλικια
Λόγια του συγγραφέα
μέσα από το βιβλίο :
Η ψυχή μου είναι μια κρυμμένη ορχήστρα: δεν ξέρω αν τα όργανα είναι
έγχορδα ή πνευστά, αν είναι άρπες, βιολιά, τύμπανα ή κύμβαλα που ηχούν μέσα
μου. Εγώ γνωρίζω τον εαυτό μου μόνο ως συμφωνία.
Μια μέρα ίσως καταλάβουν ότι επιτέλεσα όσο κανείς άλλος το εγγενές
καθήκον μου να γίνω ο ερμηνευτής ενός μεγάλου μέρους του αιώνα μας. Και όταν θα
το καταλάβουν, θα πρέπει να γράψουν ότι στην εποχή μου δεν με κατάλαβαν, ότι
δυστυχώς έζησα ανάμεσα στην αδιαφορία και την ψυχρότητα, κι ότι ήταν πολύ κρίμα
που μου έλαχε αυτό. Κι αυτός που θα το γράψει αυτό θα είναι, την εποχή που θα
το γράψει, αυτός που δεν θα καταλαβαίνει, όπως αυτοί που με περιβάλλουν σήμερα,
τον αντίστοιχό μου εκείνη την μελλοντική εποχή. Γιατί οι άνθρωποι μαθαίνουν
μόνο για να χρησιμεύει η γνώση στους προπάππους τους που ήδη έχουν πεθάνει.
Μόνο στους νεκρούς ξέρουμε να διδάσκουμε τους αληθινούς κανόνες της ζωής...
Υ.γ.
Ο Φερνάντο Πεσσόα (Fernando António Nogueira de
Seabra Pessôa) ήταν Πορτογάλος ποιητής
και συγγραφέας. Γεννήθηκε στηΛισαβώνα το
1888.
Χάνει νωρίς τον πατέρα του. Γρήγορα η μητέρα του ξαναπαντρεύεται
με έναν διπλωμάτη που διορίζεται στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής. Η οικογένεια τον ακολουθεί και
έτσι ο Πεσσόα θα αρχίσει και θα ολοκληρώσει τις σπουδές του στην αγγλική γλώσσα και θα αποκτήσει μια στέρεη αγγλική
λογοτεχνική παιδεία.
Το 1903 μπήκε πρώτος στο πανεπιστήμιο του Κεηπ Τάουν, κερδίζοντας
και το Βραβείο της Βασίλισσας Βικτωρίας για την αγγλική γλώσσα.
Το 1905 επέστρεψε στην Πορτογαλία, και μετά από μια αποτυχημένη
απόπειρα να σπουδάσει φιλολογία στη Λισαβώνα, εγκατέλειψε τις σπουδές του και
μπήκε στο εμπορικό κύκλωμα για να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Αντιπρόσωπος
διάφορων εμπορικών οίκων στη Λισαβώνα, έζησε μια ζωή εργένης, συγκατοικώντας
αρχικά με τη θεία του, και αργότερα με την ετεροθαλή αδελφή του.
Το μεγαλύτερο μέρος του σπουδαίου έργου του έμεινε αδημοσίευτο ως
το θάνατο του, 29 Νοεμβρίου 1935. Ως τότε, ο Πεσσόα είχε δημοσιεύσει το πρώτο
του βιβλίο στα Πορτογαλικά, με τίτλο Mensagem,
δύο πλακέτες με αγγλικά ποιήματα -γιατί ο Πεσσόα ήταν δίγλωσσος και έγραφε με
μεγάλη άνεση στην αγγλική γλώσσα- καθώς και μερικά λογοτεχνικά και πολιτικά
μανιφέστα. Ήταν επίσης γνωστός ως εκδότης της επιθεώρησης Athena (1924-25), και ως συνεργάτης σε
διάφορα πρωτοποριακά έντυπα, και κυρίως στο Orpheu (1915), όργανο του
μοντερνιστικού κινήματος.
Μετά το θάνατο του (από κολικό του νεφρού), τα άπαντα του
εκδόθηκαν σε οκτώ τόμους, υπογραμμένα με τα διάφορα ψευδώνυμα που
χρησιμοποιούσε κατά καιρούς ο Πεσσόα και που, όπως έλεγε, εξέφραζαν τις
διάφορες προσωπικότητες που συνυπήρχαν μέσα του: του <<Αλβέρτο Καρέιρο>>,
του <<Αλβάρο δε
Κάμπος>> και του <<Ρικάρδο Ρέις>>.
Σε ηλικία δεκαεπτά ετών επιστρέφει στη Λισαβώνα, που δεν θα την
εγκαταλείψει ποτέ. Διαλέγει το επάγγελμα του συντάκτη-μεταφραστή και
αναλαμβάνει την εμπορική αλληλογραφία μερικών οίκων της εμπορικής Κάτω Πόλης
της Λισαβώνας, εργασία με πενιχρές αποδοχές, που όμως τον απαλλάσσει από τις
δεσμεύσεις του ωραρίου και του συγκεκριμένου χώρου.
Μέχρι σήμερα, οι μελετητές του έργου του έχουν ανακαλύψει είκοσι
επτά διαφορετικές προσωπικότητες που υπογράφουν γραπτά του Πεσσόα. Ανάμεσα τους
ξεχωρίζουν ο αγγλόφωνος Αλεξάντερ
Σερτς, από την εποχή της Νοτίου Αφρικής, ο Αλμπέρτο Καέιρο, ένας σοφός που
συνθέτει τα ποιήματά του αποτραβηγμένος στην εξοχή, ο Ρικάρντο Ρέις, φιλόλογος, που προσπαθεί να αναμετρηθεί με τους αρχαίους
κλασικούς και ο Άλβαρο ντε
Κάμπος, μηχανικός, με παιδεία αγγλοσαξονική, που στο έργο του υμνεί τηντεχνολογία και
την έλευση των μοντέρνων καιρών. Χρειάστηκαν δεκαετίες για να μπορέσει όλη αυτή
η παραγωγή να συγκεντρωθεί και να μελετηθεί ως έργο του Πεσσόα. Όταν το 1935 πέθανε διαλυμένος από το ποτό σε
ηλικία 47 ετών, βρέθηκε στο σπίτι του ένα μπαούλο με 27.453 χειρόγραφα, από τα
οποία ένα μεγάλο μέρος μένει ακόμη να μελετηθεί και να εκδοθεί, επιφυλάσσοντας
ενδεχομένως και άλλες εκπλήξεις στους επιμελητές. Ο Πεσσόα πέθανε γνωστός στους
λογοτεχνικούς κύκλους, όμως ο πορτογαλικός λαός άργησε να αναγνωρίσει στα πολλά
του πρόσωπα το συγγραφέα που εκφράζει τους πόθους του και τις αγωνίες του και
να τον τιμήσει σαν τον εθνικό του ποιητή.
(πηγη : wikipedia)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου